GBK glossarySearch the glossaries created from glossary-building KudoZ (GBK) questions. | To see the desired glossary, please select the language and then the field of expertise. |
Home Compare [close] - Bulgarian
- Environment & Ecology
- Search
- Term
- локавор— човек, който се храни/(или се стреми да се храни) само с местно отгледана храна
- Additional fields of expertise
- Definition(s)
- В един обикновен пролетен ден, обядът на писателката Сейдж Ван Уинг включва спагети и свински наденички от близката ферма. Пиперът, сиренето и лукът, които са използвани за приготвянето на спагетите са от близкия пазар. Ван Уинг е локавор (locavor) — човек, който се храни само с местно отгледана храна. http://www.p-united.org - by Andrei Vrabtchev
- Example sentence(s)
- Ван Уинг, която заедно с неин приятел преди 3 години са измислили думата локавор смята, че един от многото начини да се намали глобалното затопляне е да се храним с местно отгледани храни. За много хора “Хранителната миля”, разстоянието, което храната пропътува от фермата до чинията, е много лесен начин да се оцени мащабът на въздействие на храните върху глобалното затопляне.
- svejo.net by Andrei Vrabtchev
-
Популярният The New Oxford American Dictionary определи
locavore за дума на 2007г. Думата е съчинена и произнесена за пръв път през 2005 от Джесика Прентис, готвач и автор на кулинарни книги, за да опише практиката на консумиране изключително на местни храни.
Движението "локавор" окуражава хората да купуват храна от земеделците от региона, или дори да отглеждат сами храната си, изтъквайки очевидното, че пресните местни продукти са по-вкусни и хранителни. - http://lifestyle.ibox.bg by Andrei Vrabtchev
- Related KudoZ question
Compare [close] - Greek
- Environment & Ecology
- Search
- Term
- Additional fields of expertise
- Definition(s)
- Εδώ και έναν χρόνο, η Λίντα Μέρεντιθ δεν τρώει πια πορτοκάλια, μπανάνες ή αβοκάντο. Έχει επίσης διαγράψει από τη διατροφή της το ρύζι, τη σοκολάτα και τη ζάχαρη. Διότι τίποτε απ΄ αυτά δεν φυτρώνει στα περίχωρα της Νέας Υόρκης, όπου ζει. Η Λίντα, η οποία έχει σπουδάσει κηπουρική και εθνοβοτανολογία και σήμερα διδάσκει χορό, είναι μια «locavore», δηλαδή τρώει μόνο τρόφιμα που έχουν παραχθεί τοπικά ή σε ακτίνα 400 χιλιομέτρων από το διαμέρισμά της στο Μπρούκλυν (είναι κατά προσέγγιση η απόσταση που διανύει ένα αυτοκίνητο μ΄ ένα ντεπόζιτο βενζίνη). Και αισθάνεται καλύτερα παρά ποτέ.
Το κίνημα γεννήθηκε στο Σαν Φρανσίσκο. Τον όρο locavore, ο οποίος περιελήφθη πέρυσι στο λεξικό Νew Οxford Αmerican, επινόησε το 2005 η Τζέσικα Πρέντις. Μαζί με τρεις φίλες της, είχαν αποφασίσει τότε να φάνε επί έναν μήνα φαγητά φτιαγμένα μόνο με τοπικά και εποχικά υλικά. Δεν ήταν τίποτε επαναστατικό- λιγότερο από έναν αιώνα πριν, όλοι οι άνθρωποι ήταν locavores, αφού όλοι έτρωγαν έτσι. Όμως σήμερα σχεδόν όλα τα τρόφιμα διανύουν χιλιάδες χιλιόμετρα (από 2.400 ως 4.800, κατά μέσον όρο) από τον τόπο παραγωγής τους ώς το πιάτο του καταναλωτή, με βαριές συνέπειες για το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Η απόσταση αυτή έχει αυξηθεί κατά 25% από το 1980 και δεν παύει να μεγαλώνει.
Καλά στην ύπαιθρο, όμως πώς μπορεί κανείς να επιβιώσει τρώγοντας ό,τι παράγεται σε μια μεγαλούπολη, όπως η Νέα Υόρκη; Η Λίντα Μέρεντιθ αποφάσισε πέρυσι τον Αύγουστο να προσπαθήσει για έναν χρόνο. Έκοψε τις κονσέρβες, τα κατεψυγμένα, την Κόκα Κόλα και βάλθηκε να εξερευνά τις λαϊκές αγορές. Εξεπλάγη όταν διαπίστωσε ότι τα περίχωρα της Νέας Υόρκης είναι γεμάτα αγροκτήματα, με αποτέλεσμα να είναι πολύ εύκολο να προμηθευτεί κρέας, λαχανικά, κρασί... Μέσα στο κέντρο του Μανχάταν υπάρχει μάλιστα ένας μελισσοκόμος, καθώς κι ένας ορνιθοτρόφος στο Μπρονξ. Σε μια αγορά, βρήκε επίσης έναν μικρό παραγωγό ξερών φασολιών- ο οποίος πωλούσε όμως μόνο χονδρικά, έτσι επέστρεψε στο σπίτι της με 45 κιλά φασόλια, τα οποία μοιράστηκε με τους γείτονές της.
Η Λίντα καλλιεργεί ένα μικρό περιβόλι, ενώ καταψύχει και συντηρεί τα προϊόντα που αγοράζει στις λαϊκές αγορές για να έχει αποθέματα τον χειμώνα. «Χρειάστηκε να τα μάθω όλα, επειδή δεν μεγάλωσα σε αγρόκτημα», εξηγεί. «Το δυσκολότερο ήταν να προβλέψω τις ποσότητες που θα μου χρειάζονταν για να βγάλω τον χειμώνα και κυρίως να βρω ένα μέρος για να αποθηκεύσω καμιά εκατοστή γυάλες με τρόφιμα». Συνεχίζει πάντως να καταναλώνει καφέ, τσάι και μπαχαρικά. Στο λεξιλόγιο των «locavores», αυτή είναι «η εξαίρεση Μάρκο Πόλο»... TA NEA - by Irene Koukia
- Example sentence(s)
- Φανταστείτε πώς θα αντιμετώπιζαν οι πρόγονοί μας ένα βιβλίο με τίτλο «Σε υπεράσπιση της τροφής». Ποτέ δεν θα πίστευαν ότι η τροφή χρειάζεται συνήγορο. Τώρα όμως το μανιφέστο αυτό του Μάικλ Πόλαν ανέβηκε στην κορυφή της λίστας των μπεστ σέλερ. Με το προηγούμενο βιβλίο του, «Το δίλημμα του παμφάγου», ο Πόλαν πρόσθεσε μία λέξη στο New Oxford American Dictionary - τη λέξη locavore («τοπικοφάγος»). Να σκέφτεστε οικουμενικά, να τρώτε τοπικά. - KATHIMERINI by Irene Koukia
- Related KudoZ question
Compare [close] - Polish
- Environment & Ecology
- Search
- Term
- Additional fields of expertise
- Definition(s)
- lokanin (m), lokanka (f), osoba preferująca jedzenie lokalne. Analogicznie do weganin, weganka, zachowując spolszczony rdzeń od "loci". Słowo nie występuje w języku polskim i przynajmniej dla mnie nie brzmi ani śmiesznie, ani nie jest trudne do wymówienia :) Own research - by Piotr Wrzosinski
- Example sentence(s)
- Byli wśród nas mięsożercy, wegetarianie, frutarianie, breatharianie a nawet jedna lokanka. - brak by Piotr Wrzosinski
- Related KudoZ question
Compare [close] - Dutch
- Environment & Ecology
- Search
- Term
- Additional fields of expertise
- Definition(s)
- Het woord locavoor staat voor iemand die uit het oogpunt van duurzaamheid principieel alleen maar voedsel nuttigt dat in zijn omgeving is geproduceerd. Van Dale - by Koen Speetjens (X)
- Example sentence(s)
- Honderd jaar geleden waren we allemaal locavoren. - dag.nl by Koen Speetjens (X)
- Na de herbivoor, omnivoor en carnivoor hebben we nu de locavoor. Dat staat voor iemand die alleen voedsel tot zich neemt dat binnen een straal van 150 km van zijn of haar verblijfplaats is gekweekt en geoogst. - Trendslator by Koen Speetjens (X)
- Related KudoZ question
- Compare this term in: Albanian, Chinese, German, English, Spanish, Persian (Farsi), Finnish, Hungarian, Italian, Japanese, Portuguese, Romanian, Slovak, Thai, Ukrainian
| | The glossary compiled from Glossary-building KudoZ is made available openly under the Creative Commons "By" license (v3.0). By submitting this form, you agree to make your contribution available to others under the terms of that license. | | | | X Sign in to your ProZ.com account... | | | | | | |