GBK glossarySearch the glossaries created from glossary-building KudoZ (GBK) questions. | To see the desired glossary, please select the language and then the field of expertise. |
Home - Greek
- Search
- Term
- μετάδοση (λοίμωξης, ιού ή βακτηριδίου)
- Additional fields of expertise
- Definition(s)
- .Οι λοιμώδεις νόσοι μπορούν να εξαπλωθούν μέσω άμεσης επαφής με τρεις τρόπους:
Άτομο σε άτομο: Η μετάδοση βακτηρίων ή ιών από άτομο σε άτομο μπορεί να συμβεί εάν το μολυσμένο πρόσωπο αγγίξει, βήξει ή φιλήσει σε άλλο άτομο που δεν είναι μολυσμένο. Τα ίδια μικρόβια μπορούν επίσης να εξαπλωθούν μέσω της ανταλλαγής σωματικών υγρών κατά τη σεξουαλική επαφή ή την μετάγγιση αίματος.
Το ζώο σε άτομο: Το να δαγκώσει ή να γδαρθεί ένα άτομο από ένα μολυσμένο ζώο μπορεί να προκαλέσει ασθένεια ή να είναι θανατηφόρο σε ακραίες συνθήκες. Η διαχείριση ζωικών κοπράνω, όπως ο καθαρισμός κιβωτίων απορριμάτων γάτας, μπορεί επίσης να είναι επικίνδυνη.
Μητέρα στο αγέννητο παιδί: Μια γυναίκα μπορεί να περάσει μικρόβια που προκαλούν μολυσματικές ασθένειες στο αγέννητο παιδί της κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. humanitas.net - by Savvas SEIMANIDIS
- Example sentence(s)
- περίοδος μεταδοτικότητας ορίζεται το χρονικό διάστημα κατά το οποίο αποβάλλεται ο λοιμογόνος παράγοντας στο περιβάλλον σε δόση επαρκή για την μετάδοσή του - Care by Savvas SEIMANIDIS
- .. Η νοσοκομειακή μετάδοση της νόσου είναι αρκετά συνήθης.
- ΕΟΔΥ by Savvas SEIMANIDIS
- Η μετάδοση των παθογόνων μικροοργανισμών γίνεται με άμεση επαφή με δέρμα. βλεννογόνους ... - syzefxis by Savvas SEIMANIDIS
- Related KudoZ question
Compare [close] - Spanish
- Search
- Term
- Additional fields of expertise
- Definition(s)
- Transmisión de una enfermedad infecciosa por contacto directo con una persona que la padece, o por contacto indirecto a través de la manipulación de objetos utilizados por la persona enferma. Enciclopedia Salud - by Rebecca Breekveldt
- Example sentence(s)
- Related KudoZ question
Compare [close] - Russian
- Search
- Term
- Additional fields of expertise
- Definition(s)
- действие по значению гл. заражать, заразить ◆ Заражение человека обычно происходит в раннем детстве через слизистую рта и носоглотки, как правило, не вызывая клинических проявлений. Ю. Ф. Майчук, «Кератит», 1991 г. // «Здоровье» (цитата из Национального корпуса русского языка, см. Список литературы)
результат такого действия, состояние по значению гл. заразиться ◆ Он укололся иглой, подшивая бумаги, и скончался от заражения крови. В. В. Катанян, «Лиля Брик», 1999 г. (цитата из Национального корпуса русского языка, см. Список литературы) ru wiktionary - by Navid Azizi Pirmohamadi
- Example sentence(s)
- ЗАРАЖЕ́НИЕ, -я, ср. Действие по знач. глаг. заразить—заражать и состояние по знач. глаг. заразиться—заражаться. Заражение организма. Заражение крови. Гнойное заражение. □ В Москве свирепствует сыпной тиф. Я этого тифа особенно боюсь. --- Предлоги для заражения на каждом шагу. Чехов, Письмо В. В. Билибину, 28 февр. 1886. - kartaslov.ru by Navid Azizi Pirmohamadi
- проникновение в организм человека или животного патогенных микроорганизмов (бактерий, вирусов, риккетсий, грибков, простейших или др.). - znachenie-slova.ru by Navid Azizi Pirmohamadi
- Заражение
Syn: см. влияние, см. инфекция - znachenie-slova.ru by Navid Azizi Pirmohamadi
- Related KudoZ question
- Compare this term in: Croatian, Croatian, Arabic, Arabic, Bulgarian, Bulgarian, German, German, Dutch, Dutch, Greek, English, Spanish, Persian (Farsi), Persian (Farsi), French, French, Indonesian, Italian, Italian, Polish, Polish, Portuguese, Portuguese, Romanian, Romanian, Russian, Turkish, Turkish, Ukrainian, Ukrainian
| | The glossary compiled from Glossary-building KudoZ is made available openly under the Creative Commons "By" license (v3.0). By submitting this form, you agree to make your contribution available to others under the terms of that license. | | | | X Sign in to your ProZ.com account... | | | | | | |